18 ΙΟΥΛΙΟΥ μνήμη τῆς Ἁγίας ἐνδόξου νεομάρτυρος Ἐλισάβετ τῆς δούκισσας († 1918).

Ἡ πριγ­κί­πισ­σα Ἐ­λι­σά­βετ Φε­ον­τό­ροβ­να γεν­νή­θη­κε τό 1864. Γο­νεῖς της ἦ­ταν ὁ μέ­γας Δούκας Λου­δο­βί­κος Δ΄ τῆς Ἔσ­σης καί ἡ πριγ­κί­πισ­σα Ἀ­λί­κη, κό­ρη τῆς βα­σί­λισ­σας τῆς Ἀγ­γλί­ας Βι­κτω­ρί­ας. Ἀ­δελ­φή της ἡ Ρω­σί­δα αὐ­το­κρά­τει­ρα Ἀ­λε­ξάν­δρα Φε­ον­τό­ροβ­να. Ἀ­πό τά παι­δι­κά της χρό­νια δι­α­κρι­νό­ταν γιά τήν βα­θειά πί­στι της καί τήν φι­λάν­θρω­πη δι­ά­θε­σί της. Ἡ «εὐ­γε­νι­κή» κα­τα­γω­γή της δέν στά­θη­κε ἐμ­πό­διο, γιά νά ζή­ση σύμ­φω­να μέ τό Εὐ­αγ­γέ­λιο. Συμ­πε­ρι­φε­ρό­ταν μέ κα­λω­σύ­νη καί ἁ­πλό­τη­τα στούς ἁ­πλοῦς ἀν­θρώ­πους καί ἀ­πό παι­δί εἶ­χε μί­α δι­α­κα­ῆ ἐ­πι­θυ­μί­α: νά βο­η­θή­ση ὅ­σους εἶ­χαν ἀ­νάγ­κη.

Τό 1884 ἡ Ἐ­λι­σά­βετ παν­τρεύ­θη­κε τόν μέ­γα πρίγ­κι­πα Σέρ­γιο Ἀ­λε­ξάν­δρο­βιτς, ἀ­δελ­φό τοῦ τσά­ρου Ἀ­λε­ξάν­δρου Γ΄. Πα­ρό­τι ἀλ­λό­δο­ξη, δέν τῆς ζη­τή­θη­κε νά ἀλ­λά­ξη τήν πί­στι της. Ὅ­μως ἡ ὀρ­θό­δο­ξη πί­στι τῆς κέν­τρι­σε ἐξ ἀρ­χῆς τό ἐν­δι­α­φέ­ρον. Ἀ­πό τήν πρώ­τη ἡ­μέ­ρα, πού ἦλ­θε στήν Ρω­σί­α, με­λε­τοῦ­σε μέ ἐ­πι­μέ­λεια τήν ρω­σι­κή γλῶσ­σα καί πα­ρα­κο­λου­θοῦ­σε τήν ζω­ή τῶν ἁ­πλῶν Ρώ­σων, πού ἦ­ταν ζυ­μω­μέ­νη μέ τήν ὀρ­θό­δο­ξη πί­στι καί ζω­ή. Μα­ζί μέ τόν σύ­ζυ­γό της τα­ξί­δε­ψε καί στούς Ἁ­γί­ους Τό­πους, ὅ­ταν τό 1888 ἔ­γι­ναν τά ἐγ­καί­νια τοῦ ρω­σι­κοῦ να­οῦ τῆς Ἁ­γί­ας Μα­ρί­ας Μα­γδα­λη­νῆς στόν κῆ­πο τῆς Γεθ­ση­μα­νῆ.

Τό προ­σκύ­νη­μα στήν Ἁ­γί­α Γῆ, ὅ­που ἔ­ζη­σε ὁ Θε­άν­θρω­πος, προ­κά­λε­σε βα­θειά ἐν­τύ­πω­σι στήν Ἐ­λι­σά­βετ. Ἡ καρ­διά της, «γῆ ἀ­γα­θή», ἦ­ταν ἕ­τοι­μη νά δε­χθῆ τόν σπό­ρο τῆς ὀρ­θό­δο­ξης πί­στε­ως. Ἀ­φοῦ κα­τη­χή­θη­κε, προ­σχώ­ρη­σε στήν Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α τό 1891. Τήν ἴ­δια χρο­νιά ὁ σύ­ζυ­γός της διω­ρί­σθη­κε γε­νι­κός κυ­βερ­νή­της τῆς Μό­σχας.

 Ἀ­πό τήν ἡ­μέ­ρα ἐ­κεί­νη ἡ Ἐ­λι­σά­βετ ἀ­φι­ε­ρώ­θη­κε σέ φι­λαν­θρω­πι­κές δρα­στη­ρι­ό­τη­τες. Προ­σπα­θοῦ­σε μέ κά­θε τρό­πο νά βο­η­θή­ση τούς φτω­χούς καί τούς πά­σχον­τες. Τό 1904 ἡ Ρω­σί­α μπῆ­κε στήν πε­ρι­πέ­τεια τοῦ Ρω­σο-Ἰ­α­πω­νι­κοῦ πο­λέ­μου. Ἡ Ἐ­λι­σά­βετ ὠρ­γά­νω­σε τά στρα­τι­ω­τι­κά νο­σο­κο­μεῖ­α. Ἐ­πι­σκε­πτό­ταν τούς τραυ­μα­τί­ες, ἔ­κα­νε ἐ­ρά­νους γιά τούς στρα­τι­ῶ­τες κ.λπ. Ὅ­μως ὁ πό­λε­μος προ­κά­λε­σε ποι­κί­λες ἀν­τι­δρά­σεις καί τήν λα­ϊ­κή δυ­σα­ρέ­σκεια. Δέν ἔ­λει­ψαν οἱ ἐ­ξε­γέρ­σεις καί οἱ πο­λι­τι­κές δο­λο­φο­νί­ες. Ἔ­τσι, στίς 4 Φε­βρου­α­ρί­ου 1905, ὁ σύ­ζυ­γος τῆς Ἐ­λι­σά­βετ, Σέρ­γιος Ἀ­λε­ξάν­δρο­βιτς σκο­τώ­θη­κε ἀ­πό βόμ­βα, πού πέ­τα­ξε ὁ Ἰ­βάν Κα­λιά­εβ, μέ­λος τοῦ σο­σι­α­λι­στι­κοῦ ἐ­πα­να­στα­τι­κοῦ κόμ­μα­τος. Ὁ δο­λο­φό­νος συ­νε­λή­φθη καί ὡδηγήθηκε στίς φυ­λα­κές Ταγ­κάν­κα. Καί ἐ­δῶ φά­νη­κε τό με­γα­λεῖ­ο τῆς ψυ­χῆς τῆς Ἐ­λι­σά­βετ. Ἐ­πι­σκέ­φθη­κε ἡ ἴ­δια τόν Κα­λιά­εβ στήν φυ­λα­κή. Τοῦ μί­λη­σε μέ πο­λλή κα­λω­σύ­νη, κα­λῶντας τον νά ἀ­φή­ση τίς ἀ­ναρ­χι­κές ἰ­δέ­ες. Ὅ­μως δέν ἔ­μει­νε ἐ­κεῖ. Ζή­τη­σε ἀ­πό τόν τσά­ρο Νι­κό­λα­ο Β΄ νά μήν ἐ­κτε­λέ­ση τόν Κα­λιά­εβ. Ὁ τε­λευ­ταῖ­ος ἐ­κτί­μη­σε τήν χρι­στι­α­νι­κή στά­σι τῆς Ἐ­λι­σά­βετ, ἀλ­λά δέν ἦ­ταν δι­α­τε­θει­μέ­νος νά ἀ­πορ­ρί­ψη τίς ἰ­δέ­ες του.

 Τό 1907 ἡ Ἐ­λι­σά­βετ ἀ­γό­ρα­σε μέ­σα στήν Μό­σχα ἕ­να οἰ­κό­πε­δο μέ τέσ­σε­ρα σπί­τια καί με­γά­λο κῆ­πο. Δη­μι­ούρ­γη­σε τήν «Ἀ­δελ­φό­τη­τα τῆς Ἁ­γί­ας Μάρ­θας καί Μα­ρί­ας» μέ σκο­πό τήν δι­α­κο­νί­α τῶν φτω­χῶν καί πα­σχόν­των ἀν­θρώ­πων. Κτί­σθη­καν σύν­το­μα καί ἄλ­λα κτί­ρια κα­θώς καί δύ­ο να­οί ἀ­φι­ε­ρω­μέ­νοι στήν Θε­ο­τό­κο καί στίς ἁ­γί­ες Μάρ­θα καί Μα­ρί­α. Σύν­το­μα ἡ κοι­νό­τη­τα ἀ­πέ­κτη­σε ξε­νῶ­να, ὀρ­φα­νο­τρο­φεῖ­ο, νο­σο­κο­μεῖ­ο, σχο­λεῖ­ο, βι­βλι­ο­θή­κη κ.λπ. Ἡ ἀ­δελ­φό­τη­τα λει­τούρ­γη­σε ὡς Μοναστήρι, συν­δυ­ά­ζον­τας τήν φι­λαν­θρω­πι­κή δρα­στη­ρι­ό­τη­τα. Τό ἔρ­γο, πού ἐ­πι­τε­λοῦ­σε, ἦ­ταν τε­ρά­στιο.

 Πλή­θη φτω­χῶν καί ἀρ­ρώ­στων ἀν­θρώ­πων εὕρι­σκαν πε­ρί­θαλ­ψι καί ἀ­να­κού­φι­σι. Τά ὀρ­φα­νά παι­διά εὕρι­σκαν προ­στα­σί­α. Τά φτω­χά καί ἄ­πο­ρα παι­διά μπο­ροῦ­σαν νά μά­θουν γράμ­μα­τα καί κά­ποι­α τέ­χνη.

 Ἡ ἀ­δελ­φό­τη­τα ξε­κί­νη­σε μέ ἕξι μο­να­χές. Τόν πρῶ­το χρό­νο εἶ­χαν γί­νει δε­κα­τρεῖς καί τό 1914 ἔ­φθα­σαν τίς ἑ­κα­τό. Ὅ­λες οἱ ἀ­δελ­φές ἐρ­γά­ζον­ταν μέ αὐ­τα­πάρ­νη­σι, δι­α­κο­νῶντας τούς «ἐ­λά­χι­στους ἀ­δελ­φούς τοῦ Ἰ­η­σοῦ». Κα­τά τήν διάρκεια τοῦ Α΄ παγ­κο­σμί­ου πο­λέ­μου στήν ἀ­δελ­φό­τη­τα βρῆ­καν κα­τα­φύ­γιο πολ­λά ὀρ­φα­νά, πού ἦλ­θαν ἀ­πό τίς ἐμ­πό­λε­μες πε­ρι­ο­χές καί εἶ­χαν ζή­σει τήν φρί­κη καί τίς ἀ­γρι­ό­τη­τες τοῦ πο­λέ­μου. Ἕ­να μέ­ρος τῶν κτι­ρί­ων με­τα­τρά­πηκε σέ στρα­τι­ω­τι­κό νο­σο­κο­μεῖ­ο γιά τούς τραυ­μα­τί­ες τοῦ πο­λέ­μου.

 Ἡ ἐρ­γα­σί­α τῆς ἀ­δελ­φό­τη­τας ἐ­κτι­μή­θη­κε πο­λύ καί βο­η­θή­θη­κε ἀ­πό τόν τό­τε Μη­τρο­πο­λί­τη Μό­σχας καί με­τέ­πει­τα ἱ­ε­ρο­μάρ­τυ­ρα ἅ­γιο Βλα­δί­μη­ρο καί ἀρ­γό­τε­ρα ἀ­πό τούς μη­τρο­πο­λῖτες Τρύ­φω­να καί Μη­τρο­φά­νη. Τήν πνευ­μα­τι­κή κα­θο­δή­γη­σι τῶν ἀ­δελ­φῶν εἶ­χε ὁ π. Σέρ­γιος Με­τσώφ, ὁ ὁ­ποῖ­ος πέ­ρα­σε πολ­λά χρό­νια στίς φυ­λα­κές καί ἐ­ξο­ρί­ες καί βρῆ­κε μαρ­τυ­ρι­κό θά­να­το τό 1941.

 Τό τε­ρά­στιο φι­λαν­θρω­πι­κό ἔρ­γο τῆς ἀ­δελ­φό­τη­τας ἐπρόκειτο νά δι­α­κο­πῆ μέ τήν ἐ­πα­νά­στα­σι. Ἡ κά­πο­τε Με­γά­λη Δού­κισ­σα εἶ­χε ἐ­παν­ει­λημ­μέ­να ἀρ­νη­θῆ τίς προ­σκλή­σεις, πού τῆς εἶ­χαν ἀ­πευ­θυν­θῆ μέ­σῳ τῶν πρε­σβει­ῶν νά ἐγ­κα­τα­λεί­ψη τήν Ρω­σί­α, λέ­γον­τας, ὅ­τι θέ­λει νά μοι­ρα­σθῆ τίς στιγ­μές αὐ­τές μέ τόν λα­ό της.

Τό 1918 οἱ μπολ­σε­βί­κοι τήν με­τέ­φε­ραν ἀ­πό τήν Μό­σχα στό Αἰ­κα­τε­ρί­νεμ­πουργκ, ὅ­που θά συ­ναν­τοῦ­σε τήν οἰ­κο­γέ­νεια τοῦ τσά­ρου. Τήν ἄ­νοι­ξι τοῦ 1918 οἱ μπολ­σε­βί­κοι ἔ­φε­ραν στό Αἰ­κα­τε­ρί­νεμ­πουργκ καί τόν Με­γά­λο Δού­κα Σέρ­γιο Μι­χα­ή­λο­βιτς Ρο­μα­νώφ καί τούς πρίγ­κη­πες Ἰ­βάν, Κων­σταν­τῖ­νο καί Γε­ώρ­γιο Ρο­μα­νώφ. Στά τέ­λη τοῦ μη­νός Μαΐ­ου πῆ­ραν τήν μο­να­χή Ἐ­λι­σά­βετ μα­ζί μέ τούς πρίγ­κη­πες στό Ἀ­λο­πά­ι­εβσκ. Ἐ­κεῖ τούς το­πο­θέ­τη­σαν σέ ἕ­να σχο­λεῖ­ο, ὅ­που καί τούς φύ­λα­γαν νυ­χθη­με­ρόν.

Τήν νύ­χτα τῆς 18ης Ἰ­ου­λί­ου τούς ξύ­πνη­σαν καί τούς με­τέ­φε­ραν σ’ ἕ­να πα­λαιό ἐγ­κα­τα­λε­λει­μμέ­νο ὀ­ρυ­χεῖ­ο, σέ ἀ­πό­στα­σι 12 χι­λι­ο­μέ­τρων στό Νίζ­νια Σε­λίν­σκαι­α.Τούς κα­τέ­βα­σαν, γιά νά πυ­ρο­βο­λή­σουν τόν Με­γά­λο Δού­κα Σέρ­γιο Μι­χα­ή­λο­βιτς, ἐ­νῷ τούς ὑ­πό­λοι­πους μέ δε­μέ­να μά­τια τούς πέ­τα­ξαν στό βά­θος τοῦ ὀ­ρυ­χεί­ου. Ἔ­πει­τα οἱ δο­λο­φό­νοι πέ­τα­ξαν χει­ρο­βομ­βί­δες.

Τό ὀ­ρυ­χεῖ­ο εἶ­χε βά­θος πε­ρί­που 60 μέ­τρα, ἀλ­λά τά σώ­μα­τα τῆς Μο­να­χῆς Ἐ­λι­σά­βετ καί τοῦ πρίγ­κη­πα Ἰ­βάν βρέ­θη­καν στά 16 μέ­τρα. Ἄν καί βα­ριά τραυ­μα­τι­σμέ­νη ἡ πριγ­κί­πισ­σα εἶ­χε κα­τα­φέ­ρει νά δέ­ση μ’ ἕ­ναν πρό­χει­ρο ἐ­πί­δε­σμο τό τραῦ­μα τοῦ πρίγ­κη­πα Ἰ­βάν. Ὄ­χι μα­κρυ­ά ἀ­πό ἐ­κεῖ πού τήν βρῆ­καν ὑ­πῆρ­χαν δύ­ο χει­ρο­βομ­βί­δες, πού δέν εἶ­χαν ἐ­κρα­γεῖ. Στό στῆ­θος της ἡ μο­να­χή εἶ­χε μί­α εἰ­κό­να τοῦ Χρι­στοῦ. Ξέ­ρου­με, ὅ­τι δέν πέ­θα­νε ἀ­μέ­σως, ἐ­νῷ στίς στιγ­μές πού ἀ­κο­λού­θη­σαν τοῦ ἐγ­κλή­μα­τος ὕ­μνοι καί προ­σευ­χές ἀ­κού­γον­ταν ἀ­πό τά βά­θη τοῦ ὀ­ρυ­χεί­ου. Ἕ­νας χω­ρι­κός, πού πέ­ρα­σε ἀ­πό ἐ­κεῖ, τούς ἄ­κου­σε. Τρο­μαγ­μέ­νος ἔ­φυ­γε μέ τό ἄ­λο­γό του καί εἰ­δο­ποί­η­σε τόν Λευ­κό Στρα­τό.

 Κα­τε­βαί­νον­τας στό ὀ­ρυ­χεῖ­ο οἱ Λευ­κοί βρῆ­καν μό­νο πτώ­μα­τα. Στίς ὧ­ρες τῆς ἀ­γω­νί­ας της ἡ Ἁ­γί­α Μάρ­τυ­ρας εἶ­χε ὑ­ψώ­σει προ­σευ­χές πρός τόν Θε­ό γιά τήν ἀ­νά­παυ­σι τῶν ψυ­χῶν τῶν μαρ­τύ­ρων.

 Βέ­βαι­α δέν ὑ­πάρ­χει κα­μί­α ἀμ­φι­βο­λί­α γιά τήν σχέ­σι με­τα­ξύ τῆς δο­λο­φο­νί­ας τῆς τσα­ρι­κῆς οἰ­κο­γέ­νειας στό Αἰ­κα­τε­ρί­νεμ­πουργκ καί τῆς δο­λο­φο­νί­ας στό Ἀ­λο­πά­ι­εβσκ.

 Στίς 1 Νο­εμ­βρί­ου 1918, ὁ ἐ­πι­κε­φα­λῆς τοῦ Λευ­κοῦ στρα­τοῦ στρα­τη­γός Κολ­τσε­άκ κή­δευ­σε ἐ­πί­ση­μα στόν Κα­θε­δρι­κό Να­ό τοῦ Ἀ­λο­πά­ι­εβσκ τήν Μο­να­χή Ἐ­λι­σά­βετ καί τούς συν­τό­φους της.

 Τόν Ἰ­ού­λιο τοῦ 1919 οἱ μπολ­σε­βί­κοι ἔ­κα­ναν ἀν­τε­πί­θε­σι στήν πό­λι καί ξέ­θα­ψαν τά σώ­μα­τα πη­γαί­νον­τάς τα στό Ἰρ­κού­τσκ. Τόν Φε­βρουά­ριο τοῦ 1920 τά με­τέ­φε­ραν μέ τραῖ­νο στήν Κί­να. Ὅ­ταν ἔ­φθα­σαν στά ρω­σο-κι­νε­ζι­κά σύ­νο­ρα, μί­α ὁ­μά­δα μπολ­σε­βί­κων ὤρ­μη­σε στό τραῖ­νο καί κα­τά­φε­ραν νά ρί­ξουν πά­νω στόν σι­δη­ρό­δρο­μο τό φέ­ρε­τρο τοῦ πρίγ­κη­πα Ἰ­βάν Κων­σταν­τί­νο­βιτς. Οἱ κι­νέ­ζοι στρα­τι­ῶ­τες ὤρ­μη­σαν, γιά νά προ­λά­βουν αὐ­τήν τήν βε­βή­λω­σι.

 Στίς 3 Ἀ­πρι­λί­ου ἔ­φθα­σαν στό Πε­κί­νο καί με­τά ἀ­πό ἕ­να μνη­μό­συ­νο, τά φέ­ρε­τρα το­πο­θε­τή­θη­καν στό ὑ­πό­γει­ο τοῦ Ἱ. Να­οῦ τοῦ Ἁγ. Σε­ρα­φείμ τοῦ Σα­ρώφ, ὁ ὁ­ποῖ­ος ἀ­νῆ­κε στήν ρω­σι­κή ἱ­ε­ρα­πο­στο­λή. Μέ ἐ­νέρ­γει­ες τῆς μαρ­κη­σί­ας Μίλ­φορντ Χά­βεν, ἀ­δελ­φῆς τῆς Μο­να­χῆς Ἐ­λι­σά­βετ, τά φέ­ρε­τρα τῆς μο­να­χῆς καί τῆς ὑ­πο­τα­κτι­κῆς της Βαρ­βά­ρας με­τα­φέρ­θη­καν στήν Σαγ­κά­η καί ἀ­πό ἐ­κεῖ μέ­σῳ Σου­έζ στήν Πα­λαι­στί­νη.

 Στίς 15 Δε­κεμ­βρί­ου 1920 οἱ ἀγ­γλι­κές ἀρ­χές, ἡ πο­λυ­ά­ριθ­μη ρω­σι­κή πα­ροι­κί­α καί Ρῶ­σοι καί Ἕλ­λη­νες κλη­ρι­κοί ὑ­πο­δέ­χθη­καν τήν Μο­να­χή Ἐ­λι­σά­βετ, τήν πρώ­ην Με­γά­λη Δού­κισ­σα τῆς Ρω­σί­ας. Τήν ἑ­πό­με­νη ἡ­μέ­ρα ἔ­γι­νε νε­κρώ­σι­μη ἀ­κο­λου­θί­α μέ ἐ­πι­κε­φα­λῆς τόν Πα­τριά­ρχη Ἱ­ε­ρο­σο­λύ­μων Δα­μια­νό. Τά φέ­ρε­τρα τῶν δύ­ο μαρ­τύ­ρων το­πο­θε­τή­θη­καν στήν κρύ­πτη τῆς ρω­σι­κῆς μο­νῆς τῆς Ἁγ. Μα­ρί­ας τῆς Μα­γδα­λη­νῆς στήν Γε­σθη­μα­νῆ, ὅ­που καί βρί­σκον­ται μέ­χρι σή­με­ρα.

 Ἡ μο­να­χή Ἐ­λι­σά­βετ, πρώ­ην Με­γά­λη Δού­κισ­σα τῆς Ρω­σί­ας ἐ­πα­νερ­χό­ταν στόν τό­πο, ὅ­που εἶ­χε ἔρ­θει τό 1888 μέ τόν σύ­ζυ­γό της, γιά νά συμ­με­τά­σχη στά ἐγ­καί­νια τῆς Ἱ. Μ. τῆς Ἁ­γί­ας Μα­ρί­ας τῆς Μα­γδα­λη­νῆς.

Τό 1992 οἱ μο­να­χές Ἐ­λι­σά­βετ καί Βαρ­βά­ρα ἀ­να­κη­ρύ­χθη­καν Ἅγι­ες ἀ­πό τήν Ρω­σι­κή Ἐκ­κλη­σί­α.



banks
Login-iconLogin
active³ 5.3 · IPS κατασκευή E-shop · Όροι χρήσης