20 ΙΟΥΛΙΟΥ ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ


Αὐ­τός ἦ­ταν υἱ­ός Σω­βάκ, κα­τα­γό­με­νος ἀ­πό τήν Θέ­σβη, ἀ­πό τήν γῆ τῶν Ἀ­ρά­βων καί ἀ­πό τήν φυ­λή τοῦ Ἀ­α­ρών. Κα­τοι­κοῦ­σε στήν Γα­λα­άδ. Ἡ Θέ­σβη ἦ­ταν πα­ρα­δο­μέ­νη στούς Ἱ­ε­ρεῖς. Ὅ­ταν ὅ­μως γέν­νη­σε ἡ μη­τέ­ρα του, εἶ­δε τέ­τοι­α ὀ­πτα­σί­α ὁ πα­τέ­ρας του Σω­βάκ. Δη­λα­δή εἶ­δε, ὅ­τι ἄν­δρες ἀ­σπρο­φό­ροι τόν ὠ­νό­μα­ζαν Ἠ­λί­α, πού ση­μαί­νει Θε­ός ἤ θεῖ­ος, πα­ρα­γό­με­νο ἀ­πό τό Ἠ­λί, τό ὁ­ποῖ­ο ση­μαί­νει ἑ­βρα­ϊ­κά, Θε­ός. Καί ὅ­τι τόν σπαρ­γά­νω­ναν μέ φω­τιά καί ὅ­τι τοῦ ἔ­δι­ναν νά φά­η φω­τιά. Ὁ­πό­τε, πη­γαί­νον­τας στήν Ἱ­ε­ρου­σα­λήμ, φα­νέ­ρω­σε τήν ὀ­πτα­σί­α αὐ­τή στούς Ἱ­ε­ρεῖς. Καί οἱ Ἱ­ε­ρεῖς τοῦ εἶ­παν μέ χρη­μα­τι­σμό προ­φη­τι­κό καί μέ ἀ­πο­κά­λυ­ψι τά ἑ­ξῆς· «Μή φο­βη­θῆς, ἄν­θρω­πε, δι­ό­τι ἡ κα­τοί­κη­σις τοῦ παι­διοῦ θά εἶ­ναι φῶς καί ὁ λό­γος του, θά εἶ­ναι ἀ­πό­φα­σις καί ἡ ζω­ή του θά εἶ­ναι σύμ­φω­να μέ τό θέ­λη­μα τοῦ Κυ­ρί­ου καί ὁ ζῆ­λος του θά φα­νῆ εὐ­ά­ρε­στος στόν Θε­ό καί θά κρί­νη τόν Ἰσ­ρα­ήλ μέ μά­χαι­ρα  καί φω­τιά».

 

Αὐ­τός λοι­πόν προ­φή­τευ­σε χρό­νους εἰ­κο­σι­πέν­τε καί ἦ­ταν πρίν ἀ­πό τήν ἔ­λευ­σι τοῦ Χρι­στοῦ ὀ­κτα­κό­σια δέ­κα ἕ­ξι χρό­νια. Αὐ­τός εἶ­ναι ὁ Ἠ­λί­ας ἐ­κεῖ­νος, ­πού κα­τέ­βα­σε φω­τιά ἀ­πό τόν οὐ­ρα­νό τρεῖς φο­ρές. Αὐ­τός μέ τήν γλῶσ­σα του ἐμ­πό­δι­σε τήν βρο­χή καί δέν ἔ­βρε­ξε ὁ οὐ­ρα­νός τρι­σή­μι­συ χρό­νια. Αὐ­τός ἀ­νέ­στη­σε τόν νε­κρό υἱ­ό τῆς Σα­ρα­φθί­ας χή­ρας. Αὐ­τός κα­τέ­καυ­σε τίς δύ­ο πε­νην­τά­δες τῶν ἀν­θρώ­πων, τούς ὁ­ποί­ους ἀ­πέ­στει­λε ὁ βα­σι­λιάς Ὀ­χο­ζί­ας. Αὐ­τός στό ὄ­ρος Χω­ρήβ εἶ­δε τόν Θε­ό, ὅ­πως εἶ­ναι δυ­να­τό νά τόν ­δῆ ὁ ἄν­θρω­πος, καί τόν Ἰ­ορ­δά­νη πο­τα­μό ἔ­σχι­σε καί ἀ­να­λή­φθη­κε μέ πύ­ρι­νο ἅρ­μα στόν Οὐ­ρα­νό.

Αὐ­τός καί στήν Με­τα­μόρ­φω­σι πα­ρου­σι­ά­σθη­κε κον­τά στόν με­τα­μορ­φού­με­νο Χρι­στό μα­ζί μέ τόν Προ­φή­τη Μω­υ­σῆ. Τε­λεῖ­ται δέ ἡ Σύ­να­ξις καί ἑ­ορ­τή του  στόν σε­βά­σμιο Να­ό του, πού βρί­σκε­ται στό Πε­τρί­ο καί στήν Ἐκ­κλη­σί­α τήν λε­γό­με­νη Νέ­α[1].



[1]   Ση­μεί­ω­σε, ὅ­τι ὁ Προ­φή­της αὐ­τός Ἠ­λί­ας ὕ­στε­ρα ἀ­πό ὀ­κτώ ἤ δέ­κα χρό­νια τῆς ἀ­να­λή­ψε­ως του, ἀ­πέ­στει­λε γράμ­μα­τα (ἴ­σως μέ θεῖ­ο Ἄγ­γε­λο) πρός τόν Ἰ­ω­ράμ, τόν βα­σι­λιά τοῦ Ἰ­ού­δα, τόν υἱ­ό τοῦ Ἰ­ω­σα­φάτ, ἀ­πει­λη­τι­κά. Ὅ­τι, δη­λα­δή, ἐ­πει­δή ἐγ­κα­τέ­λει­ψε τήν λα­τρεί­α τοῦ ἀ­λη­θι­νοῦ Θε­οῦ, θά ἀ­σθε­νή­ση καί θά πε­θά­νη, πρᾶγ­μα πού ἔ­γι­νε. Δι­ό­τι δι­α­βά­ζου­με στό κα΄ κε­φά­λαι­ο τοῦ B΄ τῶν Πα­ρα­λει­πο­μέ­νων, στί­χο 12, τά ἑ­ξῆς· «Καί ἔ­λα­βε αὐ­τός (ὁ Ἰ­ω­ράμ δη­λα­δή) γρα­φή ἀ­πό τόν Ἠ­λί­α τόν προ­φή­τη, πού ἔ­λε­γε· “Αὐ­τά λέ­ει ὁ Κύ­ριος ὁ Θε­ός τοῦ Δα­βίδ τοῦ πα­τέ­ρα σου”, καί τά ἑ­ξῆς. Ὁ δέ Σει­ράχ λέ­ει γι’ αὐ­τόν· «Καί κα­τό­πιν ἀ­νε­φά­νη ὁ Ἠ­λί­ας ὁ Προ­φή­της σάν φω­τιά καί ὁ λό­γος του ἔ­και­γε σάν λαμ­πά­δα. … Πό­σο δο­ξά­σθη­κες Ἠ­λί­α μέ τά θαυ­μα­τουρ­γι­κά σου ἔρ­γα! Ποι­ός θά μπο­ροῦ­σε νά καυ­χᾶ­ται ὅ­τι εἶ­ναι ὅ­μοι­ος μέ ἐ­σέ­να; Ἐ­σύ εἶ­σαι ἐ­κεῖ­νος πού ἀ­νέ­στη­σες νε­κρό ἀ­πό τόν θά­να­το καί ἀ­πό τόν Ἅ­δη μέ τόν λό­γο τοῦ Ὑ­ψί­στου. Ἐ­σύ εἶ­σαι ἐ­κεῖ­νος πού κα­ταγ­κρέ­μι­σες βα­σι­λεῖς σέ ἐ­ξα­φά­νι­σι [­…] Ἐ­σύ εἶ­σαι ἐ­κεῖ­νος πού ἄ­κου­σες στό Σι­νᾶ ἔ­λεγ­χο τοῦ Θε­οῦ καί στό Χω­ρήβ τίς καυ­τα­δι­κα­στι­κές ἀ­πο­φά­σεις· Ἐ­σύ εἶ­σαι ἐ­κεῖ­νος, πού ἔ­χρι­σες βα­σι­λεῖς γιά νά ἐ­κτε­λέ­σουν τήν ἀν­τα­πό­δο­σι καί προ­φῆ­τες, γιά νά εἶ­ναι ἄ­ξιοι δι­ά­δο­χοί σου. Ἐ­σύ ἀ­να­λή­φθη­κες μέ­σα σέ κα­ται­γί­δα ἀ­πό φω­τιά μέ ἅρ­μα συ­ρό­με­νο ἀ­πό πύ­ρι­να ἄ­λο­γα [­…] Μα­κά­ριοι εἶ­ναι ἐ­κεῖ­νοι πού σέ εἶ­δαν καί ἐ­κεῖ­νοι πού θά ἔ­χουν στο­λι­σθῆ μέ τήν ἀ­γά­πη. Ἀλ­λά καί ἐ­μεῖς θά ζή­σου­με τό­τε» (Σειρ. 48,1-11).

      Ση­μεί­ω­σε, ὅ­τι δύ­ο λό­γους συ­νέ­γρα­ψε ὁ Χρυ­σορ­ρή­μων σ’ αὐ­τόν τόν Προ­φή­τη Ἠ­λί­α, πού πε­ρι­έ­χον­ται στόν η΄ τό­μο τῆς ἐν Ἐ­τό­νῃ ἐκ­δό­σε­ως, ἀ­πό τούς ὁ­ποί­ους τοῦ μέν ἑ­νός ἡ ἀρ­χή εἶ­ναι αὐ­τή· «Πρό­τε­ρον μέν τῶν Ἰ­ου­δαί­ων ὁ δῆ­μος», ἐ­νῶ τοῦ ἄλ­λου ἡ ἑ­ξῆς· «Ὁ μα­κά­ριος καί μέ­γας Προ­φή­της». Ἔ­χει καί τρί­το λό­γο, ὁ ἴ­διος στόν Πέ­τρο καί Ἠ­λί­α, τοῦ ὁ­ποί­ου ἡ ἀρ­χή εἶ­ναι· «Ὀ­λί­γοι ἡ­μῖν σή­με­ρον οἱ πα­ρα­γε­νό­με­νοι». Ἔ­πλε­ξε ἐ­πί­σης καί ἐγ­κώ­μιο ἁ­πλό σ’ αὐ­τόν ὁ Μα­κά­ριος ὁ Κω­φός. Βλέ­πε καί στόν Νέ­ο Θη­σαυ­ρό. Ἀλ­λά καί στήν Λαύ­ρα καί στήν τῶν Ἰ­βή­ρων Ἱ­ε­ρά Μο­νή σώ­ζε­ται ὑ­πό­μνη­μα ἑλ­λη­νι­κό στόν Ἠ­λί­α, τοῦ ὁ­ποί­ου ἡ ἀρ­χή εἶ­ναι· «Τό μέν λό­γοις ἐγ­κω­μί­ων, καί συγ­γρα­φαῖς ἐ­παί­νων». Ἐγ­κώ­μιο ἔ­χει σ’ αὐ­τόν καί ὁ Θε­ο­φά­νης ὁ Πρω­τό­θρο­νος, τοῦ ὁ­ποί­ου ἡ ἀρ­χή εἶ­ναι· «Ἀ­γώ­νων λό­γου και­ρός». (Σώ­ζε­ται στήν τοῦ Παν­το­κρά­το­ρος). Βρί­σκε­ται ἀ­κό­μη καί ὑ­πό­μνη­μα στόν Ἠ­λί­α, τοῦ ὁ­ποί­ου ἡ ἀρ­χή εἶ­ναι· «Ἄρ­τι μέν αἱ δώ­δε­κα τοῦ Ἰσ­ρα­ήλ φυ­λαί», στόν πέμ­πτο Πα­νη­γυ­ρι­κό τῆς τοῦ Βα­το­παι­δί­ου. Ἀλ­λά καί ὁ Ἐ­φραίμ ὁ Σύ­ρος λό­γο ἔ­χει στόν Ἠ­λί­α, τοῦ ὁ­ποί­ου ἡ ἀρ­χή εἶ­ναι· «Ἡ­συ­χί­αν δό­τε μοι». (Σώ­ζε­ται στόν γ΄ τό­μο τῆς ἐν Ρώ­μῃ ἐκ­δό­σε­ως).



banks
Login-iconLogin
active³ 5.3 · IPS κατασκευή E-shop · Όροι χρήσης