Αὐτός ἦταν υἱός Σωβάκ, καταγόμενος ἀπό τήν Θέσβη, ἀπό τήν γῆ τῶν Ἀράβων καί ἀπό τήν φυλή τοῦ Ἀαρών. Κατοικοῦσε στήν Γαλαάδ. Ἡ Θέσβη ἦταν παραδομένη στούς Ἱερεῖς. Ὅταν ὅμως γέννησε ἡ μητέρα του, εἶδε τέτοια ὀπτασία ὁ πατέρας του Σωβάκ. Δηλαδή εἶδε, ὅτι ἄνδρες ἀσπροφόροι τόν ὠνόμαζαν Ἠλία, πού σημαίνει Θεός ἤ θεῖος, παραγόμενο ἀπό τό Ἠλί, τό ὁποῖο σημαίνει ἑβραϊκά, Θεός. Καί ὅτι τόν σπαργάνωναν μέ φωτιά καί ὅτι τοῦ ἔδιναν νά φάη φωτιά. Ὁπότε, πηγαίνοντας στήν Ἱερουσαλήμ, φανέρωσε τήν ὀπτασία αὐτή στούς Ἱερεῖς. Καί οἱ Ἱερεῖς τοῦ εἶπαν μέ χρηματισμό προφητικό καί μέ ἀποκάλυψι τά ἑξῆς· «Μή φοβηθῆς, ἄνθρωπε, διότι ἡ κατοίκησις τοῦ παιδιοῦ θά εἶναι φῶς καί ὁ λόγος του, θά εἶναι ἀπόφασις καί ἡ ζωή του θά εἶναι σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Κυρίου καί ὁ ζῆλος του θά φανῆ εὐάρεστος στόν Θεό καί θά κρίνη τόν Ἰσραήλ μέ μάχαιρα καί φωτιά».
Αὐτός λοιπόν προφήτευσε χρόνους εἰκοσιπέντε καί ἦταν πρίν ἀπό τήν ἔλευσι τοῦ Χριστοῦ ὀκτακόσια δέκα ἕξι χρόνια. Αὐτός εἶναι ὁ Ἠλίας ἐκεῖνος, πού κατέβασε φωτιά ἀπό τόν οὐρανό τρεῖς φορές. Αὐτός μέ τήν γλῶσσα του ἐμπόδισε τήν βροχή καί δέν ἔβρεξε ὁ οὐρανός τρισήμισυ χρόνια. Αὐτός ἀνέστησε τόν νεκρό υἱό τῆς Σαραφθίας χήρας. Αὐτός κατέκαυσε τίς δύο πενηντάδες τῶν ἀνθρώπων, τούς ὁποίους ἀπέστειλε ὁ βασιλιάς Ὀχοζίας. Αὐτός στό ὄρος Χωρήβ εἶδε τόν Θεό, ὅπως εἶναι δυνατό νά τόν δῆ ὁ ἄνθρωπος, καί τόν Ἰορδάνη ποταμό ἔσχισε καί ἀναλήφθηκε μέ πύρινο ἅρμα στόν Οὐρανό.
Αὐτός καί στήν Μεταμόρφωσι παρουσιάσθηκε κοντά στόν μεταμορφούμενο Χριστό μαζί μέ τόν Προφήτη Μωυσῆ. Τελεῖται δέ ἡ Σύναξις καί ἑορτή του στόν σεβάσμιο Ναό του, πού βρίσκεται στό Πετρίο καί στήν Ἐκκλησία τήν λεγόμενη Νέα[1].
[1] Σημείωσε, ὅτι ὁ Προφήτης αὐτός Ἠλίας ὕστερα ἀπό ὀκτώ ἤ δέκα χρόνια τῆς ἀναλήψεως του, ἀπέστειλε γράμματα (ἴσως μέ θεῖο Ἄγγελο) πρός τόν Ἰωράμ, τόν βασιλιά τοῦ Ἰούδα, τόν υἱό τοῦ Ἰωσαφάτ, ἀπειλητικά. Ὅτι, δηλαδή, ἐπειδή ἐγκατέλειψε τήν λατρεία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, θά ἀσθενήση καί θά πεθάνη, πρᾶγμα πού ἔγινε. Διότι διαβάζουμε στό κα΄ κεφάλαιο τοῦ B΄ τῶν Παραλειπομένων, στίχο 12, τά ἑξῆς· «Καί ἔλαβε αὐτός (ὁ Ἰωράμ δηλαδή) γραφή ἀπό τόν Ἠλία τόν προφήτη, πού ἔλεγε· “Αὐτά λέει ὁ Κύριος ὁ Θεός τοῦ Δαβίδ τοῦ πατέρα σου”, καί τά ἑξῆς. Ὁ δέ Σειράχ λέει γι’ αὐτόν· «Καί κατόπιν ἀνεφάνη ὁ Ἠλίας ὁ Προφήτης σάν φωτιά καί ὁ λόγος του ἔκαιγε σάν λαμπάδα. … Πόσο δοξάσθηκες Ἠλία μέ τά θαυματουργικά σου ἔργα! Ποιός θά μποροῦσε νά καυχᾶται ὅτι εἶναι ὅμοιος μέ ἐσένα; Ἐσύ εἶσαι ἐκεῖνος πού ἀνέστησες νεκρό ἀπό τόν θάνατο καί ἀπό τόν Ἅδη μέ τόν λόγο τοῦ Ὑψίστου. Ἐσύ εἶσαι ἐκεῖνος πού καταγκρέμισες βασιλεῖς σέ ἐξαφάνισι […] Ἐσύ εἶσαι ἐκεῖνος πού ἄκουσες στό Σινᾶ ἔλεγχο τοῦ Θεοῦ καί στό Χωρήβ τίς καυταδικαστικές ἀποφάσεις· Ἐσύ εἶσαι ἐκεῖνος, πού ἔχρισες βασιλεῖς γιά νά ἐκτελέσουν τήν ἀνταπόδοσι καί προφῆτες, γιά νά εἶναι ἄξιοι διάδοχοί σου. Ἐσύ ἀναλήφθηκες μέσα σέ καταιγίδα ἀπό φωτιά μέ ἅρμα συρόμενο ἀπό πύρινα ἄλογα […] Μακάριοι εἶναι ἐκεῖνοι πού σέ εἶδαν καί ἐκεῖνοι πού θά ἔχουν στολισθῆ μέ τήν ἀγάπη. Ἀλλά καί ἐμεῖς θά ζήσουμε τότε» (Σειρ. 48,1-11).
Σημείωσε, ὅτι δύο λόγους συνέγραψε ὁ Χρυσορρήμων σ’ αὐτόν τόν Προφήτη Ἠλία, πού περιέχονται στόν η΄ τόμο τῆς ἐν Ἐτόνῃ ἐκδόσεως, ἀπό τούς ὁποίους τοῦ μέν ἑνός ἡ ἀρχή εἶναι αὐτή· «Πρότερον μέν τῶν Ἰουδαίων ὁ δῆμος», ἐνῶ τοῦ ἄλλου ἡ ἑξῆς· «Ὁ μακάριος καί μέγας Προφήτης». Ἔχει καί τρίτο λόγο, ὁ ἴδιος στόν Πέτρο καί Ἠλία, τοῦ ὁποίου ἡ ἀρχή εἶναι· «Ὀλίγοι ἡμῖν σήμερον οἱ παραγενόμενοι». Ἔπλεξε ἐπίσης καί ἐγκώμιο ἁπλό σ’ αὐτόν ὁ Μακάριος ὁ Κωφός. Βλέπε καί στόν Νέο Θησαυρό. Ἀλλά καί στήν Λαύρα καί στήν τῶν Ἰβήρων Ἱερά Μονή σώζεται ὑπόμνημα ἑλληνικό στόν Ἠλία, τοῦ ὁποίου ἡ ἀρχή εἶναι· «Τό μέν λόγοις ἐγκωμίων, καί συγγραφαῖς ἐπαίνων». Ἐγκώμιο ἔχει σ’ αὐτόν καί ὁ Θεοφάνης ὁ Πρωτόθρονος, τοῦ ὁποίου ἡ ἀρχή εἶναι· «Ἀγώνων λόγου καιρός». (Σώζεται στήν τοῦ Παντοκράτορος). Βρίσκεται ἀκόμη καί ὑπόμνημα στόν Ἠλία, τοῦ ὁποίου ἡ ἀρχή εἶναι· «Ἄρτι μέν αἱ δώδεκα τοῦ Ἰσραήλ φυλαί», στόν πέμπτο Πανηγυρικό τῆς τοῦ Βατοπαιδίου. Ἀλλά καί ὁ Ἐφραίμ ὁ Σύρος λόγο ἔχει στόν Ἠλία, τοῦ ὁποίου ἡ ἀρχή εἶναι· «Ἡσυχίαν δότε μοι». (Σώζεται στόν γ΄ τόμο τῆς ἐν Ρώμῃ ἐκδόσεως).