Τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Φίληκος Ἐπισκόπου, Ἰαννουαρίου Πρεσβυτέρου, Φουρτουνάτου καί Σεπτεμίνου.

Κατά τόν ὄγδοο χρόνο τῆς βασιλείας τοῦ Διοκλητιανοῦ καί Μαξιμιανοῦ κατά τό ἔτος 294, βγῆκε δόγμα καί προσταγή νά καίγωνται σέ κάθε πόλι καί χώρα ὅλα τά βιβλία τῶν Χριστιανῶν. Τότε λοιπόν στάλθηκε στήν πόλι, πού λέγεται τοῦ Βιουκᾶ, ἕνας παμμίαρος ἡγεμόνας, Μαγνιανός ὀνόματι, ὁ ὁποῖος ἀφοῦ παρουσίασε μπροστά του τόν Φίληκα τόν Ἐπίσκοπο καί τόν Ἰανουάριο τόν Πρεσβύτερο καί τόν Φουρτουνᾶτο καί Σεπτεμίνο,τούς διάβασε τήν διαταγή τοῦ βασιλιᾶ καί τούς ζητοῦσε νά τοῦ δώσουν τά βιβλία, πού ἔχουν. Ὁ δέ ἁγιώτατος Φίληξ τοῦ ἀπάντησε· «Εἶναι γραμμένο,ὦ ἡγεμόνα, «Μή δῶτε τά ἅγια τοῖς κυσί, μηδέ ρίψητε τούς μαργαρίτας ἔμπροσθεν τῶν χοίρων» (Ματθ. 7,6). Ἄδικα λοιπόν κοπιάζεις στό νά ζητᾶς ἀπό ἐμᾶς τά βιβλία, καί ἄν ἀκόμη ἔχης βασιλικά προστάγματα». Ὁ ἄρχον-τας εἶπε· «Ἄφησε τίς ἀνοησίες αὐτές καί κάνε τό θέλημα τῶν βασιλέων, ἐπειδή θά σέ στείλω δεμένο στόν ἀνθύπατο». Ὁ Ἅγιος ἀποκρίθηκε· «Ἐκεῖνος πού εἶμαι τώρα σ’ ἐσένα, αὐτός ὁ ἴδιος θά εἶμαι καί σέ ὅλους καί σ’ αὐτόν τόν βασιλιά σου, δηλαδή ἀμετάβλητος εἶμαι ἀπό τήν γνώμη αὐτή». Τότε ὁ ἡγεμόνας ἔκλεισε τόν Ἅγιο στήν φυλακή καί τόν ἄφησε ἀνεπιμέλητο γιά τρεῖς ἡμέρες. Ἔπειτα, ἀφοῦ ἔβγαλε τόν Ἅγιο ἀπό τήν φυλακή, τόν ἀνέκρινε γιά δεύτερη φορά καί βρίσκοντάς τον ἀμετάθετο, ἔδεσε αὐτόν μαζί μέ τούς τρεῖς, πού ἀναφέρθηκαν καί ἔτσι τούς ἔστειλε στόν ἀνθύπατο. Ὁ δέ ἀνθύπατος, ἀφοῦ τούς ἐξέτασε, τούς ἔβαλε στήν φυλακή. Ὅταν πέρα σαν ἕνδεκα μέρες, ἔβγαλε τούς Μάρτυρες ἀπό τήν φυλακή καί τούς ἔδεσε. Στήν συνέχεια τούς ἔστειλε στόν ἔπαρχο τῶν Πραιτωρίων, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ τούς δέχθηκε καί τούς ἀπείλησε πολύ, μόλις τούς εἶδε ἀμετάβλητους, τούς ἔρριξε σέ μία φοβερώτατη φυλακή καί ἐκεῖ τούς φύλαγε μέ μεγάλη σιγουριά καί ἀσφάλεια. Ὅταν λοιπόν πέρασαν δέκα τέσσερις ἡμέρες, ἔβγαλε τούς Ἁγίους ἀπότήν φυλακή καί τούς ἀνέκρινε γιά δεύτερη φορά. Ἔπειτα, ἀφοῦ τούς ἔβαλε μέσα σέ καΐκι μαζί μέ ἄλογα, τούς ἔδεσε στά πόδια τῶν ἀλόγων. Ἐκυλίοντο λοιπόν οἱ σεβασμιώτατοι ἄνδρες στά πόδια τῶν ἀλόγων τέσσερις ἡμέρες, χωρίς νά φᾶνε ἤ νά πιοῦν, εὐχαριστῶντας τόν Θεό. Ὅταν ἔφθασαν στόλιμάνι μιᾶς πόλεως, φιλοξενήθηκαν κρυφά ἀπό τούς ἐκεῖ Χριστιανούς. Ἀπό ἐκεῖ, πῆγαν στήν πόλι Ταυρομενή καί ἀπό ἐκεῖ, ἀφοῦ ἀπέπλευσαν στήν Λυκαονία, πῆγαν σέ πόλι, πού λέγεται Αἴλουροι. Τότε ὁ ἀσεβής ἔπαρχος,ἐπειδή τούς λυπήθηκε, ἔλυσε τούς Ἁγίους ἀπό τά δεσμά καί μέ ἥρεμη φωνήτούς παρακαλοῦσε, παρακινῶντας τους νά δώσουν τά βιβλία καί νά θυσιάσουν στά εἴδωλα. Οἱ Ἅγιοι ὅμως ἀντιστέκονταν σ’ αὐτόν λέγοντας, ὅτι οὔτε βιβλία δίνουν, οὔτε στά εἴδωλα θυσιάζουν. Τότε διέταξε νά τούς ἀποκεφαλίσουν· οἱ δέ Ἅγιοι, ἀφοῦ προσευχήθηκαν, ἀποκεφαλίσθηκαν καί ἔτσι ἀνῆλθαν στεφανηφόροι στά Οὐράνια.



banks
Login-iconLogin
active³ 5.3 · IPS κατασκευή E-shop · Όροι χρήσης